14.9.07

Η ΙΔΡΥΣΗ ΚΑΙ Η ΠΟΡΕΙΑ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΑΓΧΙΑΛΟΥ

Η Νέα Αγχίαλος χτίστηκε στα 1907 - 1908 στη μέση του δημόσιου δρόμου Βόλου Αλμυρού, στη θέση "καινούριο", αμφιθεατρικά, στους πρόποδες ενός χαμηλού βουνού που εμποδίζει τους Β. ανέμους. Νότια δροσίζεται από τον Παγασητικό κόλπο. Ανατολικά και Δυτικά εκτείνονται τα ελαιοπερίβολα, τα αμπέλια και τα χωράφια της.
Οι κάτοικοι της Νέας Αγχιάλου ήταν πρόσφυγες από την Αγχίαλο της Ανατολικής Ρωμυλίας (σημερινή Βουλγαρία). Ήρθαν στην Ελλάδα μετά την καταστροφή της πατρίδας τους το 1906.Το ολοκαύτωμα της παλιάς Αγχιάλου ήταν αποτέλεσμα της πραξικοπηματικής κατάληψης της Ανατολικής Ρωμυλίας από το Βουλγαρικό στρατό στα 1885. Αυτό το γεγονός επιδείνωσε τις Ελληνοβουλγαρικές σχέσεις και ξεσήκωσε ολόκληρο τον Ελληνισμό της Θράκης και Μακεδονίας.Στο μεσοδιάστημα 1885 - 1906 μπήκε σε εφαρμογή το σχέδιο της πολιτικής εκβουλγαρισμού του ελληνικού πληθυσμού της Ανατολικής Ρωμυλίας.
Από το καλοκαίρι του 1906 οι ανθελληνικοί διωγμοί πήραν μεγάλες διαστάσεις σε όλη την περιοχή αυτή. Εκδηλώθηκαν με την καταστροφή ελληνικών εκπαιδευτικών και εκκλησιαστικών ιδρυμάτων και κορυφώθηκαν με την καταστροφή της Αγχιάλου στις 30 Ιουλίου του 1906.
Οι Αγχιαλίτες για να σωθούν εγκατέλειψαν την πατρίδα τους στον Εύξεινο Πόντο που είχε συνεχή ζωή από την ίδρυση της, το 540 π.Χ. Κατέφυγαν στη μητέρα πατρίδα, την Ελλάδα.
Κατά το 1906 - 1907 έμεναν στην Αθήνα ως πρόσφυγες. Είχαν εκλέξει εκεί μια επιτροπή που την αποτελούσαν οι εξής Αγχιαλίτες: Γ. Τσακίρης, πρόεδρος, Αλέξανδρος Κ. Μαυρομάτης, Παρασκευάς Β. Δρακόπουλος, Μιχαήλ Τσιτσίνιας, Γεώργιος Μαυρατζάς, Γεώργιος Διαμαντόπουλος, κ.α. Πολλοί Αγχιαλίτες υποστήριζαν την άποψη να εγκατασταθούν τμηματικά σε διάφορες πόλεις της Ελλάδας, τελικά όμως επικράτησε η γνώμη να συγκεντρωθούν όλοι σε ένα συνοικισμό ώστε να υπάρχει μια εστία με το όνομα της παλιάς πατρίδας, Αγχίαλος, γιατί διαφορετικά θα έσβηνε το όνομα της.
Το χώρο εγκατάστασης των Αγχιαλιτών υπέδειξε ο γεωπόνος Σπύρος Χασιώτης, ο οποίος υπήρξε διευθυντής της Κασσαβετείου σχολής του χωρίου Α'ίδινίου, της επαρχίας Αλμυρού. Έτσι επιτροπή Αγχιαλιτών με τον Σπύρο Χασιώτη επισκέφτηκε την περιοχή αυτή κατά το 1907 και την έκρινε κατάλληλη για την εγκατάσταση τους και τη δημιουργία του συνοικισμού τους.

Η τοποθεσία ήταν πάνω σε κεντρικό οδικό δίκτυο και παραθαλάσσια όπως η παλιά πατρίδα τους. Η περιοχή αυτή όμως ήταν κτήμα ακόμα, ιδιοκτησία του Π. Τοπάλη που τότε έμενε στο Γαλάζιο της Ρουμανίας.
Η επιτροπή έκανε ενέργειες προς την Κυβέρνηση Θεοτόκη, η οποία ενέκρινε την αγορά του κτήματος. Για την αγορά του κτήματος πήγε στο Γαλάζιο της Ρουμανίας επιτροπή Αγχιαλιτών, ο Γ. Οδ. Διαμαντόπουλος και ο Μιχαήλ Τσιτσίνιας, εξουσιοδοτημένοι από τους Αγχιαλίτες. Ο Π. Τοπάλης, που προερχόταν από οικογένεια Αγχιαλιτών, δεν έφερε αντίρρηση. Προθυμοποιήθηκε να πουλήσει το κτήμα. Κατά τους υπολογισμούς του Μ. Τσιτσίνια, η τιμή ήταν 2.000.000 χρυσές δραχμές. Το ποσό αυτό κατέβαλε η κυβέρνηση και κατόπι οι Αγχιαλίτες το εξόφλησαν μέσω του Γεωργικού θεσσαλικού Ταμείου. Δεν είναι ακριβές το ποσό που κατέβαλε η κυβέρνηση. Στο κτήμα αυτό υπήρχαν ήδη κάτοικοι, οι λεγόμενοι κολλίγοι και παρακεντέδες του Καραμπασίου και των Μικροβηβών.
Μετά την αγορά του κτήματος άρχισε το 1907 η ανοικοδόμηση των σπιτιών από το κράτος. Χτίστηκαν 900 λίθινα διώροφα και μονώροφα σπίτια και το 1908 οι Αγχιαλίτες εγκαταστάθηκαν στην Νέα Αγχίαλο. Στο κέντρο της πόλεως, το 1907, χτίστηκε ο Ναός του Αγίου Γεωργίου σε ανάμνηση του Ναού της παλαιάς πατρίδας.
Μετά την εγκατάσταση τους στη νέα πατρίδα οι Αγχιαλίτες αντιμετώπισαν πολλά προβλήματα. Έπρεπε να οργανώσουν την ζωή τους και παράλληλα να αντιμετωπίσουν τις αντίξοες συνθήκες του τόπου. Το 1908 συστήθηκε δωδεκαμελής επιτροπή με πρόεδρο το Λεωνίδα Εμμανουηλίδη, η οποία έπρεπε να κατατάξει σε κατηγορίες τους κατοίκους, για να γίνει η διανομή της γης. Η επιτροπή κατέταξε τους κατοίκους σε τρεις κατηγορίες: α) στους γεωργούς με κλήρο 80 στρέμματα διώροφο σπίτι με οικόπεδο μισού στρέμματος β) σε επαγγελματίες με Ι0 στρέμματα μονώροφο σπίτι με οικόπεδο μισού στρέμματος γ) στους καλλιεργητές με 40 στρέμματα κλήρο διώροφο σπίτι με οικόπεδο μισού στρέμματος.
Το μεγαλύτερο όμως πρόβλημα ήταν η ελονοσία και η αιματουρία από τις οποίες προσβάλλονταν οι κάτοικοι. Η Νοτιοδυτική περιοχή της Νέας Αγχιάλου ήταν βαλτώδης και στα νερά των βάλτων υπήρχαν μολυσμένα κουνούπια (ανωφελείς κώνωπες).
Οι αρρώστιες αυτές προκάλεσαν τον θάνατο σε εκατοντάδες Αγχιαλίτες με αποτέλεσμα μέσα σε λίγα χρόνια να γεμίσουν δυο νεκροταφεία. Παράλληλα υπήρχε η ανέχεια και η πείνα. Η κατάσταση ήταν κρίσιμη και πολλοί έπαιρναν τις οικογένειες τους και έφευγαν. Άλλοι επέστρεφαν στην παλιά τους πατρίδα, στη Βουλγαρία και άλλοι εγκαταστάθηκαν στην Αθήνα ή στην Θεσσαλονίκη, ιδιαίτερα μετά το 1913, όταν απελευθερώθηκε η Μακεδονία. Μάλιστα, κοντά στη Θεσσαλονίκη ιδρύθηκε μια άλλη Νέα Αγχίαλος ή Ινγκλις όπως την ονόμαζαν.
Όσοι έμειναν ενεργοποιήθηκαν και με κάβε τρόπο προσπάθησαν να αντιμετωπίσουν τα προβλήματα. Με τη συνδρομή των συμπατριωτών τους στην Αθήνα και με μεγάλες ενέργειες προς στην κυβέρνηση πέτυχαν να σταλεί ειδικός γιατρός, ο Ιωάννης Καρδαμάτης από την Σωζόπολη, για την καταπολέμηση της ελονοσίας και αιματουρίας. Μαζί του συνεργάστηκαν οι Αγχιαλίτες γιατροί Πάτροκλος Παρασκευόπουλος, Αναγνώστης Παρασκευόπουλος και Αδαμαντιάδης. Το κράτος διέθετε δωρεάν σε όλους τους κατοίκους φιαλίδια κινίνης.
Στην εξυγίανση της πόλης και στην εξολόθρευση των κουνουπιών συνετέλεσε πολύ και η προμήθεια μικρών ψαριών που έκανε η κυβέρνηση από τη Ιταλία το 1932. Τα ψάρια αυτά τα έριξαν στο λιμανάκι και στα μολυσμένα λιμνάζοντα νερά. Εκεί πολλαπλασιάστηκαν και εξολόθρευσαν τα κουνούπια. Τα ψάρια αυτά υπήρχαν και μέχρι το 1955 περίπου.
Η επιτροπή έστρεψε επίσης την προσοχή της στην εξεύρεση του υδραγωγείου της αρχαίας πόλης Πυράσου, γιατί τα πηγάδια που είχαν ανοίξει τα πρώτα χρονιά είχαν ανθυγιεινά νερά. Στην εξεύρεση του υδραγωγείου συνετέλεσε ο Ηλίας Λιακόπουλος, τμηματάρχης στο υπουργείο οικονομικών.
Οι πήγες του υδραγωγείου ήταν το Μαυρονέρι, κοντά στην περιοχή του Αέρινου (Περσοφλί). Ο Λιακόπουλος έστειλε τον Εμ. Κριεζή, εργολάβο ειδικό μηχανικό για υδραγωγεία. Με προσωπική εθελοντική εργασία των κατοίκων ανοίχτηκε το παλιό υδραγωγείο, τοποθετήθηκαν σωλήνες και κατασκευάστηκε νέα δεξαμενή στο Βόρειο και ψηλότερο μέρος της πόλης. Διοχετεύτηκε από εκεί νερό σε όλες τις συνοικίες της πόλης.
Μαζί με τον Λιακόπουλο και ο Σπύρος Χασιώτης και ο Βουτηράς συνετέλεσαν στην αντιμετώπιση των προβλημάτων αυτών. Κοντά στις άλλες ενέργειες έγινε και η πρώτη μελέτη αποξήρανσης των ελών.
Όταν τελείωσε το υδραγωγείο το 1909 στην πρόσοψη της δεξαμενής εντοιχίστηκε αναμνηστική πλάκα με τα ονόματα όσων συνετέλεσαν στην αποπεράτωση του :
Ηλίας Λιακόπουλος, Κριεζής και Κομιτσόπουλος, κρατικός αντιπρόσωπος στην επίβλεψη της κατασκευής.
Από το 1920 και μετά εργάστηκε με τους γιατρούς του και το ινστιτούτο Ροκφέλερ για την καταπολέμηση της ελονοσίας. Μετά το 1930 η αρρώστια είχε υποχωρήσει σημαντικά και ως το 1950-55 είχε σχεδόν εκλείψει.
Το 1912 ιδρύθηκε το Πρώτο Κοινοτικό Γραφείο Ν. Αγχιάλου με Πρόεδρο τον κ. Ράλλη Αλεξ. Ράλλη, ο οποίος υπήρξε πρόεδρος μέχρι το 1920 και μετά τον διαδέχθηκε ο Βαλάσιος Παπαδόπουλος.
Το 1913 επί προεδρίας του κ. Ράλλη συγκροτήθηκε 5μελής επιτροπή με Πρόεδρο τον Ρ. Ράλλη και μέλη: τον κ. Λεωνίδα Β. Εμμανουηλίδη, Μιχαήλ Δ. Τσιτσίνια, Ιωάννη Αμυρά και Αποστολάκη Κ. Αργυρόπουλο με σκοπό την αγορά αλωνιστικής μηχανής, ώστε να απαλλαγούν οι Αγχιαλίτες από την μεγάλη εκμετάλλευση των ξένων ιδιοκτητών μηχανών. Με ομόφωνη γνώμη των κατοίκων της Αγχιάλου η επιτροπή παράγγειλε στο Λονδίνο, μέσω των αδελφών Τζων Γκλαβάνη, αλωνιστική μηχανή τύπου "Μάρσαλ", η οποία συμφωνά με την μαρτυρία του κ.Κ. Εμμανουηλίδη υπήρχε ως το 1956 και εξυπηρετούσε τους Αγχιαλίτες γεωργούς. Η μηχανή αγοράστηκε 20.000 χρυσές δραχμές, με τον όρο η εξόφληση να γίνει σε τέσσερις ετήσιες δόσεις.
Η Ν. Αγχίαλος κατά το 1950 δεν διέθετε κτίριο για το Κοινοτικό Γραφείο, τον Αστυνομικό Σταθμό και την Αγροτολέσχη. Για να αποφύγει η Κοινότητα τα ενοίκια, ανέλαβε την ανοικοδόμηση ενός μεγάλου κτιρίου προς την παραλία, ανάμεσα στο σπίτι τον Π. Λασκαράκη και το Λιμανάκι. Η θεμελίωση έγινε το 1953. Κοντά στο κοινοτικό κτίριο προς το Λιμανάκι, θεμελιώθηκε το κτίριο του αστυνομικού σταθμού τον Αύγουστο του 1954, από εισπράξεις μεγάλου χορού που έγινε στην πλατεία.
Οι Αγχιαλίτες, που αγαπούσαν την μάθηση, έκτισαν το 1910, με κληροδότημα του Συγγρού, το πρώτο Δημοτικό Σχολείο, για να μορφώσουν τα παιδιά τους. Καταστράφηκε όμως στο Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Το έκαψαν οι Ιταλοί το 1943. Με έρανο που έγινε το 1950 το Σχολείο ξαναχτίστηκε και έγινε καλύτερο, με λουτρά για τους μαθητές. Εφοδιάστηκε επίσης με όργανα φυσικής, χημείας, ανθρωπολογίας, ραδιόφωνο, βιβλιοθήκη κ.α. Αυτά με χρήματα που είχαν συγκεντρώσει οι Αγχιαλίτες που ζούσαν στην Αμερική. Ο κήπος του Σχολείου χρησίμευσε για την εκπαίδευση των μαθητών και μαθητριών στην κηπουρική, παρασκευή φυτωρίων κ.α. Αγχιαλίτες δάσκαλοι που δίδαξαν στο σχολείο μέχρι το 1956 περίπου ήταν οι: Μ. Τσιτσίνιας μέχρι το 1934, Α. Καλιατζόγλου μέχρι το 1948, Κ. Εμμανουηλίδης, Στ. Κόκκινος από το 1949, Καλιρρόη Διονυσίου (Μαυρομάτη), Χαρίκλεια Μαυρομάτη, Αποστολία θ. Αγγελίδη, Γλυκερία Δ. Ξανθούλη (1953-55), Πελαγία Γ. Μαυρατζά. Επίσης δίδαξαν οι Κ. Πριάκος, Ι. Σπυριδάκης, Ν. Σαφαρίκας, Χ. Αναγνώστου, Π. Διονυσίου, Κ. Κρίκος, Μ. Μπουρδάρα, Π.Σαρρή.
Κατά το 1955 άρχισε να επεκτείνεται το δίκτυο ηλεκτροφωτισμού σε όλη την περιοχή από το θερμοηλεκτρικό εργοστάσιο Αλιβερίου της ΔΕΗ. Τότε σταδιακά αποκτούν όλα τα σπίτια της Νέας Αγχιάλου ρεύμα και στη συνέχεια τα πρώτα ραδιόφωνα γίνονται η αγαπημένη συντροφιά των Αγχιαλιτών.
Την ίδια εποχή (1935) στην περιοχή της Νεάς Αγχιάλου άρχισε να κατασκευάζεται το αεροδρόμιο (111ΠΜ), στην κατασκευή του οποίου εργάστηκαν πολλοί ξένοι και ντόποι εργατοτεχνίτες. Το αεροδρόμιο συντέλεσε στην ανάπτυξη της Αγχιάλου οικονομικά και κοινωνικά.
Το 1955 επίσης, το καλοκαίρι λειτουργήσαν στη Νέα Αγχίαλο 3 κινηματογράφοι το ΜΟΝ ΣΙΝΕ, το ΕΛΛΗΝΙΣ και το ΡΕΞ. Το ΜΟΝ ΣΙΝΕ έκλεισε το 1956.
Το 1952 με την φροντίδα του αρμοδίου υπουργείου λειτούργησε σχολή οικοδομών για να μάθουν οι νέοι Αγχιαλίτες την τέχνη του οικοδόμου, αλλά και του μαραγκού. Η διδασκαλία είχε διάρκεια τρεις μήνες και στο τέλος των μαθημάτων το υπουργείο δώριζε τα χρησιμότερα εργαλεία. Σκοπός ήταν να μάθουν να ανοικοδομούν μόνοι τους τα σπίτια, τους σταβλους, τους αχυρώνες.
Το 1952 με υπόδειξη της αμερικανικής αποστολής συστήθηκε στην Νέα Αγχίαλο όπως και σε άλλες αγροτικές κωμοπόλεις Αγροτολέσχη. Στη λέσχη συμμετείχαν νέοι και νέες της Νέας Αγχιάλου. Οι νέοι διδάσκονταν ότι είχε σχέση με τη δενδροκομία, την αμπελουργία, τον εμβολιασμό αγρίων δέντρων, τα συστηματικά κλαδέματα και όσον αφορά τη γεωργία γενικά ότι είχε σχέση με το όργωμα, τη σπορά και τη λίπανση. Διδασκαλία γινόταν από τον κοινοτικό γεωπόνο Γεώργιο Αγγελή. Οι νέες διδασκόνταν από την Αγχιαλίτισσα δασκάλα Γερακίνα Βίγλα ότι είχε σχέση με τη βροντίδα του νοικοκυριού, κοτική, ράψιμο, αρχαλειό, κέντημα, μαγειρική, κονσέρβες, εργόχειρα και για πολλά από αυτά βραβέυτηκαν. Πολλοί μεσήλικες Αγχιαλίτες και Αγχιαλίτισσες έχουν ευχάριστες αναμνήσεις από τη συμμετοχή τους στις δραστηριότητες της Αγροτολέσχης.
Εκτός από τους κατοίκους που ήταν εγκατεστημένοι ως καλλιεργητές στην περιοχή του τσιφλικιού, μετά την εγκατάσταση των Αγχιαλιτών από το 1920 περίπου άρχισε η εγκατάσταση πολλών ανθρώπων από το εσωτερικό της Θεσσαλίας. 'Ολοι οι κάτοικοι εργάστηκαν σκληρά και σιγά σιγά πέτυχαν την οικονομική και κοινωνική τους αναβάθμιση. Εκτός από τη φιλεργατικότητα, τους Αγχιαλιτές διέκρινε η προοδευτική νοοτροπία και η αγάπη στις εορταστικές εκδηλώσεις.
Οι Αγχιαλίτες τιμούν όλες τις εορτές της Εκκλησίας , αλλά ιδιαίτερα και παραδοσιακά του Αγίου Αθανασίου στις 18 Ιανουαρίου, κατά την οποία ο συνεταιρισμός γιορτάζει και οργανώνει εκδήλωση στην οποία συμμετέχουν οι κάτοικοι και οι αρχές.
Παραδοσιακό κέρασμα είναι το λουκούμι. Του Αγίου Τρύφωνα, 1η Φεβρουαρίου, κατά την οποία γιορτάζουν οι αμπελουργοί. Του Αγίου Παντελεήμωνα, 27 Ιουλίου. Ο εορτασμός γίνεται στο εκκλησάκι λίγο έξω από το χωριό, όπου παλιά οι κάτοικοι πήγαιναν με τα πόδια.
Οι γυναίκες γιορτάζουν την Τετάρτη μετά την καθαρή δευτέρα τα Τρίμερα. Λαϊκή γιορτή, παλιό θρακιώτικο έθιμο. Της Αναλήψεως, ο εσπερινός γίνεται με λαμπρότητα στο μικρό
εκκλησάκι, κάτω στην παραλία. Το εκκλησάκι η Ανάληψη του Σωτήρας κατασκευάστηκε το 1955, όμοιο με την εκκλησία της Παναγίας της παλιάς Αγχιάλου.
Οι κάτοικοι εκτός από ιδιοκτήτες καλλιεργητές, ελεύθεροι εργάτες και τεχνίτες, ασχολήθηκαν και με τα γράμματα και διακρίθηκαν σε πολλούς και διάφορους τομείς των επιστημών. Σήμερα μάλιστα οι γονείς επιδιώκουν με κάθε τρόπο να μορφώσουν τα παιδιά τους με αποτέλεσμα να υπάρχει έλλειψη εργατικών χεριών.
Η οικονομία της Αγχιάλου έχει χαρακτήρα αγροτικό και αστικό. Είναι ανεπτυγμένη η γεωργία και παράλληλα το εμπόριο και η βιοτεχνία. Τα χαρακτηριστικά της περιοχής της Αγχιάλου ευνοούν τη μεγαλύτερη ανάπτυξη της οικονομίας σε πολλούς τομείς.
Η Ν. Αγχίαλος είναι απλωμένη κατά μήκος του Παγασητικού κόλπου με λόφους στην είσοδο του Βόλου, δίπλα στην Εθνική οδό, με πυκνή συγκοινωνία, με εύφορα εδάφη, με εμπορικές και τουριστικές επιχειρήσεις.
Σύμφωνα με ιστορικές μαρτυρίες αλλά και την προφορική παράδοση, οι Αγχιαλίτες της Π. Αγχιάλου και της Ν. Αγχιάλου συμμετείχαν στους πολεμικούς αγώνες του Ελληνικού Έθνους. Η Π. Αγχίαλος έλαβε μέρος στον αγώνα του 1821 για την απελευθέρωση από τους Τούρκους. θύμα του αγώνα αυτού και ο Μητροπολίτης Ευγένιος Καραβιάς, ο οποίος απαγχονίστηκε μαζί με τον Πατριάρχη Γρηγόριο Ε'. Πολλοί Αγχιαλίτες επίσης συμμετείχαν στους Ελληνοτουρκικούς πολέμους το 1886 και το 1897 καθώς και στον Μακεδόνικο αγώνα. Κατά τους πολέμους του 1912 ως το 1922 οι Αγχιαλίτες από τη Ν. Αγχίαλο στρατεύτηκαν στον Ελληνικό στρατό, πολέμησαν πολλά χρόνια και πολλοί έχασαν τη ζωή τους. Στην Αλβανία επίσης, το 1940, πολλοί Αγχιαλίτες πολέμησαν και αρκετοί έχασαν τη ζωή τους. Δυναμική ήταν η συμμετοχή των Αγχιαλιτών και στην Εθνική Αντίσταση.
Τους πρώτους μήνες του 1943 κατασκήνωσαν ανταρτικά σώματα στα βουνά της Όθρυος (Γούρας) και του Μαυροβουνίου (καρά=ντάου) με αρχηγούς το Διονύσιο Διάκο κ.α. Από το 1941 έως τις αρχές του 1943 υπήρχε ένα τμήμα καραμπινέρηδων, το οποίο
αποσύρθηκε διότι η δύναμη τους ήταν μικρή και υπήρχεί ο κίνδυνος των ανταρτών.
Στις 25 Μαρτίου 1943 ένα απόσπασμα ανταρτών κατασκήνωσε στα βουνά της Νέας Αγχιάλου.
Αποτελούνταν από 40 με 50 άντρες με αρχηγό το Διάκο. Σκοπός της κατασκηνώσεώς τους ήταν η καταστροφή με νάρκες του δημόσιου δρόμου και η καταστροφή των γεφυριών, για να εμποδίσουν την διάβαση πολεμοφοδίων προς το Νότο.
Στις 18 Απριλίου 1943 κανονιοφόρο πλοία από τον Βόλο κατέστρεψαν τα πλοία που ήταν προσαραγμένα στο λιμάνι της Νέας Αγχιάλου. Στις 20 βομβάρδισαν και τη Νέα Αγχίαλο. Πέντε ημέρες αργότερα, στις 25 Απριλίου, οι αντάρτες, γνωρίζοντας ότι θα γίνει επιδρομή Ιταλών, αποσύρθηκαν στα βουνά της Γούρας. Δεν ειδοποίησαν όμως τους κατοίκους για να μην τους πανικοβάλλουν.
Στις 27 Απριλίου δόθηκε από τον Διοικητή (Κομαντάντ) του Βόλου η διαταγή για την πυρπόληση του χωριού.
Οι Ιταλοί, για να πραγματοποιήσουν το σχέδιο τους, χωρίστηκαν σε ομάδες και η κάθε ομάδα ανέλαβε κι από μια συνοικία. Ήταν μεθυσμένοι κι ό,τι έβλεπαν μπροστά τους το κατέστρεφαν.
Αυτή η μαρτυρία διασώθηκε από τις πληροφορίες που έδωσε η ηλικιωμένη Ελένη Χρυσού Στάθη, η οποία ήταν κατάκοιτη και τυφλή, γι' αυτό και την μετέφεραν στο διπλανό σπίτι του Γιάννη Κων/νου Αιμωνιώτη. Στη συνέχεια πήραν ό,τι βρήκαν μέσα στο σπίτι και στο τέλος το έκαψαν. Από τα 700 πέτρινα σπίτια τα 650 έγιναν στάχτη σε μία μέρα.
Οι Ιταλοί κατέστρεψαν ακόμη και το εξατάξιο δημοτικό σχολείο που είχε κτιστεί με δωρεά του Συγγρού το 1910. Στις 20 Απριλίου τον 1943 οι τοίχοι του σχολείου κατατρυπήθηκαν από σφαίρες. Οκτώ ημέρες αργότερα, 28 Απριλίου, το κτίριο παραδόθηκε στις φλόγες καθώς έφευγαν οι Ιταλοί.
Χάρη όμως στον έρανο του Βασιλέως Παύλου, το σχολείο ξαναχτίστηκε το 1950. Εφοδιάσθηκε με όργανα Φυσικής, Πειραματικής Χημείας, Ανθρωπολογίας, καθώς και με ραδιόφωνο. Οι Αγχιαλίτες που ζούσαν στην Αμερική συγκέντρωσαν χρήματα και αγόρασαν βιβλιοθήκη και άλλο εξοπλισμό απαραίτητο για το σχολείο.Σήμερα η Νέα Αγχίαλος σύμφωνα με τα στοιχεία της τελευταίας απογραφής έχει πλυθησμό 7.423 κατοίκους και τον Αύγουστο του 1994 ανακηρύχθηκε Δήμος.Η εδαφική επικράτεια του Δήμου είναι πολύ εκτεταμένη με σύνολο έκτασσης 47.806 στρέμματα.


Το κείμενο προέρχεται από την ιστοσελίδα του Δήμου Νέας Αγχιάλου